Βιογραφικό σημείωμα Μιχάλη Κύρκου (1893 – 1967)

an image


Ο πολιτικός και δημοσιογράφος Μιχάλης Κύρκος (του Κωνσταντίνου) γεννήθηκε το 1893 (27/7) στο Σιδηροχώρι (Σαμάκοβο) της Ανατολικής Θράκης. Ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στη Μεγάλη του Γένους Σχολή στην Κωνσταντινούπολη και στη συνέχεια σπούδασε στην Ανώτατη Εμπορική Σχολή (Neuchatel) της Ελβετίας από όπου αποφοίτησε το 1913. Το 1918 παντρεύτηκε στο Ηράκλειο την Ιωάννα Θαλασσινού και απέκτησε μαζί της τρεις γιους τον Κύρκο (Τάκη), τον Κώστα και τον Λεωνίδα.

Την περίοδο 1915-1923 διετέλεσε διευθυντής μέσων εμπορικών σχολών. Αρχικά ανέλαβε την Διεύθυνση της Εμπορικής Σχολής Κωνσταντινίδη στην Αθήνα ενώ τον Ιανουάριο του 1915 διορίστηκε διευθυντής της Δημόσιας Εμπορικής Σχολής Σάμου στο Καρλόβασι. Το Νοέμβριο του ίδιου έτους, μετέβη στο Ηράκλειο Κρήτης για να οργανώσει την ίδρυση της αντίστοιχης Εμπορικής Σχολής την οποία και διηύθυνε για τα επόμενα τρία χρόνια. Την περίοδο 1919-1920 ανέλαβε την διεύθυνση της Εμπορικής Σχολής του Εμπορικού Συλλόγου Βόλου ενώ στη συνέχεια επέστρεψε στην Αθήνα αναλαμβάνοντας και πάλι τη Διεύθυνση της Εμπορικής Σχολής Αθ. Κωνσταντινίδου.

Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή οργάνωσε στη Θεσσαλονίκη την Παμπροσφυγική Συνομοσπονδία Μακεδονίας Θράκης η οποία ανέλαβε τη διαχείριση της αποκατάστασης των προσφύγων. Παράλληλα, την περίοδο 1923-1925 εξέδωσε στη Θεσσαλονίκη την εβδομαδιαία Εφημερίς των προσφύγων. Ο Μιχάλης Κύρκος αναμείχθηκε με την πολιτική το 1923 και εκλέχθηκε βουλευτής με το Κόμμα Φιλελευθέρων. Μετά την πτώση της δικτατορίας του Πάγκαλου, επανεκλέχθηκε βουλευτής Θεσσαλονίκης το 1926 με το Κόμμα των Προοδευτικών Φιλελεύθερων του Γεωργίου Καφαντάρη και τον Δεκέμβρη του ίδιου χρόνου, ανέλαβε το Υπουργείο Πρόνοιας στην Οικουμενική Κυβέρνηση, θέση που διατήρησε έως τον Ιούλιο του 1928. Ως Υπουργός Πρόνοιας ασχολήθηκε κατά κύριο λόγο με το μείζον ζήτημα της στέγασης των προσφύγων. Εξελέγη και πάλι βουλευτής Δράμας τον Μάρτιο του 1933 και διαφωνώντας με την πολιτική του Καφαντάρη ανεξαρτητοποιήθηκε για ένα χρόνο ενώ τον Μάρτη του 1934 εκλήθη από τον Πρωθυπουργό Π. Τσαλδάρη να αναλάβει εκ νέου το Υπουργείο Πρόνοιας. Εκείνη την περίοδο υπουργίας του, ψηφίστηκαν και οι σχετικοί νόμοι για τη συγκρότηση των αστικών προσφυγικών συνεταιρισμών. Το 1935 επανεκλέχθηκε βουλευτής Θεσσαλονίκης και όταν ο Τσαλδάρης τάχθηκε υπέρ της Βασιλείας, ο Κύρκος διαφώνησε και αποχώρησε από την κυβέρνηση μαζί με δέκα ακόμη βουλευτές, ιδρύοντας την «Ανεξάρτητον Δημοκρατική Ομάδα».

Στη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά ανέπτυξε αντιστασιακή δράση ιδρύοντας μαζί με άλλους δημοκράτες την οργάνωση «Φιλική Εταιρεία» που εξέδιδε την παράνομη εφημερίδα Ελευθερία. Για την πολιτική του δράση άλλωστε εξορίστηκε για δύο χρόνια (1939-1940) στη Σαντορίνη, την Άμφισσα, τη Σκύρο και την Κύμη. Υπήρξε ιδρυτής του Δημοκρατικού Ριζοσπαστικού Κόμματος (ΔΡΚ) που προσχώρησε στον πολιτικό συνασπισμό του ΕΑΜ το 1945. Παράλληλα ανέλαβε τη διεύθυνση της εφημερίδας – οργάνου του ΕΑΜ, Ελεύθερη Ελλάδα από το 1945 έως και το 1947, χρονιά όπου απαγορεύθηκε η έκδοση της. Συνελήφθη και φυλακίστηκε στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου (1947 – 1950). Μετά την αποφυλάκισή του, το 1951, διετέλεσε διευθυντής της βραχύβιας εφημερίδας Δημοκρατική και συμμετείχε στην ίδρυση της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς (ΕΔΑ) ως αρχηγός του Δημοκρατικού Ριζοσπαστικού Κόμματος. Βουλευτής Θεσσαλονίκης της ΕΔΑ το 1951, μετά την ακύρωση της εκλογής των εξορίστων και φυλακισμένων, διαφώνησε και αποχώρησε από τον συνασπισμό της Αριστεράς το 1952 και στη συνέχεια προσχώρησε στην ΕΠΕΚ. Ως συνεργαζόμενος με την ΕΔΑ, επανεξελέγη βουλευτής Θεσσαλονίκης το 1958 και το 1961 και Αθηνών το 1963. Ενεργό μέλος του κινήματος ειρήνης, διετέλεσε αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ενώσεως δια την Διεθνήν Υφεσιν και την Ειρήνη. Πέθανε το 1967 στη διάρκεια της δικτατορίας.